«Εκεί που δεν το περιμένεις», ο γνωστός μας Τόνι Σοπράνο πεθαίνει και μας αφήνει με την καλύτερη ίσως ερμηνεία του
O θάνατος του Τζέιμς Γκαντολφίνι, μόλις στα 51 του χρόνια, τον περασμένο Ιούνιο, εκτός από το ότι ήταν ξαφνικός και άδικος, άφησε πίσω του πολλούς και πολύ θλιμμένους θαυμαστές. Ο Ιταλοαμερικανός ηθοποιός μπορεί να είχε αποκτήσει ένα αδιανόητο fanbase ως Τόνι Σοπράνο στην αξεπέραστη σειρά του HBO (και να μην ξέφυγε ποτέ στ’ αλήθεια από τη σκιά του ρόλου, τουλάχιστον στο μυαλό των θεατών, όσο κι αν το είχε προσπαθήσει), αλλά κατάφερε να διευρύνει την γκάμα του με μια σειρά από απρόσμενες και εξίσου ενδιαφέρουσες επιλογές - είτε επρόκειτο για την ευφυέστατη σατιρική κωμωδία «Πόλεμος εκτός προγράμματος» του Αρμάντο Ιανούτσι, είτε για το... μαγικό «Στη χώρα των μαγικών πλασμάτων» του Σπάικ Τζόνζι. Κοινός παρονομαστής σε όλες του τις εμφανίσεις ήταν η συμπαθητική περσόνα του - ήταν αδύνατον να τον αντιπαθήσεις όσο άξεστος, βάρβαρος, κυκλοθυμικός ή απότομος κι αν ήταν ο χαρακτήρας που υποδυόταν.
Στο «Εκεί που δεν το περιμένεις» ο Γκαντολφίνι παίζει έναν αξιαγάπητο χαρακτήρα - κι αυτό κάνει την τελευταία του εμφάνιση ακόμα πιο συγκινητική και απόλυτα ακαταμάχητη. Στον ρόλο ενός πενηντάρη που ανακαλύπτει τον έρωτα στο πρόσωπο της συνομήλικης Τζούλια Λούις-Ντρέιφους, ο Τζέιμς είναι αφοπλιστικός και άκρως ερωτεύσιμος. Η ειλικρίνεια του χαρακτήρα παραπέμπει στον ίδιο τον ηθοποιό, ο οποίος δεν έκρυβε ποτέ τα συναισθήματά του (ιδίως αν κάποιος τον εκνεύριζε). Ήταν άλλωστε ο λόγος που έγινε ηθοποιός. Ο ίδιος είχε δηλώσει κάποτε πως ο λόγος που ασχολήθηκε με το επάγγελμα ήταν για να «κάνει εμετό» τα συναισθήματά του. «Νομίζω ότι νιώθω πολύ έντονα. Δεν ήθελα ποτέ μου να έχω τη δική μου επιχείρηση ή κάτι τέτοιο. Με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι και το πώς τους επηρεάζουν τα πράγματα. Νιώθω μια ιδιαίτερη συγγένεια με την εργατική και τη μεσαία τάξη, δεν μου αρέσει καθόλου ο τρόπος που η κυβέρνηση τις αντιμετωπίζει. Εχω μια καλή δόση θυμού για όλα αυτά που συμβαίνουν. Πιστεύω ότι αν τα κρατούσα μέσα μου δεν θα μου έκανε καλό. Θα απολυόμουν συχνά. Οπότε βρήκα αυτό τον χαζό τρόπο ζωής που μου επιτρέπει πού και πού να υπερασπίζομαι αυτούς που με ενδιαφέρουν. Και, κυρίως, να βγάζω καλά χρήματα και να συμπεριφέρομαι σαν ανόητος».
Κανείς όμως δεν τον αντιμετώπισε ως ανόητο. Το καλύτερο ίσως δείγμα του τρόπου με τον οποίο προσέγγιζε τη ζωή το αφηγήθηκε ο φίλος του Μάικλ Κόμπολντ μετά τον θάνατό του: «Ο Τζιμ ήταν ο μόνος άνθρωπος εκτός της δουλειάς μου τον οποίο συμβουλευόμουν. Οταν κανένα από τα ρολόγια μου δεν του έκανε πια, σχεδίασε το δικό του. Λέγεται “Seal” και είναι αυτό που φορά σε μια διαφήμιση για την εταιρεία μου, η οποία πούλησε πολλά ρολόγια. Η φωτογραφία έδειχνε τον Τζιμ να σηκώνει το μεσαίο του δάχτυλο στην κάμερα -το οποίο και όντως έκανε εκείνη τη στιγμή γιατί τον είχα εκνευρίσει- και η λεζάντα έγραφε: “Ακόμα και ο Τζέιμς Γκαντολφίνι πιστεύει πως το Kobold είναι το Νο 1”. Η διαφήμιση εμφανίστηκε στον “Economist” και ως αποτέλεσμα δέχτηκα πολλά θυμωμένα τηλεφωνήματα. Ανάμεσά τους ήταν από έναν πατέρα ο οποίος είχε αναστατωθεί γιατί είχε δει τη διαφήμιση ο 7χρονος γιος του. Ο Τζιμ αποφάσισε να του απαντήσει προσωπικά. “Αγαπητέ κύριε”, του έγραψε, “αν ο 7χρονος γιος σας διαβάζει τον “Economist”, τότε δεν έχετε κανέναν λόγο για να ανησυχείτε. Με εκτίμηση, Τζέιμς Γκαντολφίνι». Αγαπητή Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, ένα Οσκαρ για τον Τζέιμς Γκαντολφίνι, παρακαλώ. Οχι γιατί πέθανε, αλλά επειδή ήταν το Νο 1.
O θάνατος του Τζέιμς Γκαντολφίνι, μόλις στα 51 του χρόνια, τον περασμένο Ιούνιο, εκτός από το ότι ήταν ξαφνικός και άδικος, άφησε πίσω του πολλούς και πολύ θλιμμένους θαυμαστές. Ο Ιταλοαμερικανός ηθοποιός μπορεί να είχε αποκτήσει ένα αδιανόητο fanbase ως Τόνι Σοπράνο στην αξεπέραστη σειρά του HBO (και να μην ξέφυγε ποτέ στ’ αλήθεια από τη σκιά του ρόλου, τουλάχιστον στο μυαλό των θεατών, όσο κι αν το είχε προσπαθήσει), αλλά κατάφερε να διευρύνει την γκάμα του με μια σειρά από απρόσμενες και εξίσου ενδιαφέρουσες επιλογές - είτε επρόκειτο για την ευφυέστατη σατιρική κωμωδία «Πόλεμος εκτός προγράμματος» του Αρμάντο Ιανούτσι, είτε για το... μαγικό «Στη χώρα των μαγικών πλασμάτων» του Σπάικ Τζόνζι. Κοινός παρονομαστής σε όλες του τις εμφανίσεις ήταν η συμπαθητική περσόνα του - ήταν αδύνατον να τον αντιπαθήσεις όσο άξεστος, βάρβαρος, κυκλοθυμικός ή απότομος κι αν ήταν ο χαρακτήρας που υποδυόταν.
Στο «Εκεί που δεν το περιμένεις» ο Γκαντολφίνι παίζει έναν αξιαγάπητο χαρακτήρα - κι αυτό κάνει την τελευταία του εμφάνιση ακόμα πιο συγκινητική και απόλυτα ακαταμάχητη. Στον ρόλο ενός πενηντάρη που ανακαλύπτει τον έρωτα στο πρόσωπο της συνομήλικης Τζούλια Λούις-Ντρέιφους, ο Τζέιμς είναι αφοπλιστικός και άκρως ερωτεύσιμος. Η ειλικρίνεια του χαρακτήρα παραπέμπει στον ίδιο τον ηθοποιό, ο οποίος δεν έκρυβε ποτέ τα συναισθήματά του (ιδίως αν κάποιος τον εκνεύριζε). Ήταν άλλωστε ο λόγος που έγινε ηθοποιός. Ο ίδιος είχε δηλώσει κάποτε πως ο λόγος που ασχολήθηκε με το επάγγελμα ήταν για να «κάνει εμετό» τα συναισθήματά του. «Νομίζω ότι νιώθω πολύ έντονα. Δεν ήθελα ποτέ μου να έχω τη δική μου επιχείρηση ή κάτι τέτοιο. Με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι και το πώς τους επηρεάζουν τα πράγματα. Νιώθω μια ιδιαίτερη συγγένεια με την εργατική και τη μεσαία τάξη, δεν μου αρέσει καθόλου ο τρόπος που η κυβέρνηση τις αντιμετωπίζει. Εχω μια καλή δόση θυμού για όλα αυτά που συμβαίνουν. Πιστεύω ότι αν τα κρατούσα μέσα μου δεν θα μου έκανε καλό. Θα απολυόμουν συχνά. Οπότε βρήκα αυτό τον χαζό τρόπο ζωής που μου επιτρέπει πού και πού να υπερασπίζομαι αυτούς που με ενδιαφέρουν. Και, κυρίως, να βγάζω καλά χρήματα και να συμπεριφέρομαι σαν ανόητος».
Κανείς όμως δεν τον αντιμετώπισε ως ανόητο. Το καλύτερο ίσως δείγμα του τρόπου με τον οποίο προσέγγιζε τη ζωή το αφηγήθηκε ο φίλος του Μάικλ Κόμπολντ μετά τον θάνατό του: «Ο Τζιμ ήταν ο μόνος άνθρωπος εκτός της δουλειάς μου τον οποίο συμβουλευόμουν. Οταν κανένα από τα ρολόγια μου δεν του έκανε πια, σχεδίασε το δικό του. Λέγεται “Seal” και είναι αυτό που φορά σε μια διαφήμιση για την εταιρεία μου, η οποία πούλησε πολλά ρολόγια. Η φωτογραφία έδειχνε τον Τζιμ να σηκώνει το μεσαίο του δάχτυλο στην κάμερα -το οποίο και όντως έκανε εκείνη τη στιγμή γιατί τον είχα εκνευρίσει- και η λεζάντα έγραφε: “Ακόμα και ο Τζέιμς Γκαντολφίνι πιστεύει πως το Kobold είναι το Νο 1”. Η διαφήμιση εμφανίστηκε στον “Economist” και ως αποτέλεσμα δέχτηκα πολλά θυμωμένα τηλεφωνήματα. Ανάμεσά τους ήταν από έναν πατέρα ο οποίος είχε αναστατωθεί γιατί είχε δει τη διαφήμιση ο 7χρονος γιος του. Ο Τζιμ αποφάσισε να του απαντήσει προσωπικά. “Αγαπητέ κύριε”, του έγραψε, “αν ο 7χρονος γιος σας διαβάζει τον “Economist”, τότε δεν έχετε κανέναν λόγο για να ανησυχείτε. Με εκτίμηση, Τζέιμς Γκαντολφίνι». Αγαπητή Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, ένα Οσκαρ για τον Τζέιμς Γκαντολφίνι, παρακαλώ. Οχι γιατί πέθανε, αλλά επειδή ήταν το Νο 1.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου